Face 2 Race
Χάνομαι, γιατί ρεμβάζω
Ο Μπρους Τσάτγουϊν απαθανάτιζε σε Moleskine. Δεν είχε ανάγκη από καμιά εικόνα κανενός τόπου για να περιγράψει την ουσία και τις χάρες του. Οι «ταξιδιωτικοί οδηγοί» του, οι αναμνήσεις του από την περιπλάνηση στα άδυτα και τα άβατα του πλανήτη βασίζονται στις λέξεις. Οι εντυπώσεις του χωρίς οπτική καταγραφή, μόνο με κόμματα, ιδέες, θαυμαστικά, τοπωνύμια και στίξεις αρκούν και περισσεύουν για τους «ψυλλιασμένους». Από τη στιγμή που με οποιοδήποτε μέσο περιγράψεις την πραγματικότητα, η πραγματικότητα παύει να υφίσταται ως μια αντικειμενική έννοια, αλλά παίρνει, δανείζεται, χρησιμοποιεί το μέσο που την περιγράφεις. Στην έκθεση “Face 2 Race” η Έλενα Αγγελίδου χρησιμοποιεί τη φωτογραφική μηχανή της για να απαθανατίσει τα βλέμματα και τα πρόσωπα των ανθρώπων που συνάντησε στα ταξίδια της, προδιαγράφοντας τα φίλτρα και τα κουμπιά της με έναν τρόπο α λα Μπρους Τσάτγουϊν. Το «ψηφιακό» της Moleskine γίνεται μια Κιβωτός, ένα βιβλίο, μια καρτ ποστάλ. Όχι όμως αναμνήσεων. Οι άνθρωποι που στήνονται στο φακό της μοιάζει να κουβαλούν στα μάτια και το χρώμα τους όλη την αξία του περιβάλλοντος, της εποχής, του τόπου και της χώρας όπου τους συνάντησε. Δεν ποζάρουν σε εμβληματικά μνημεία, εφόσον η φωτογράφος-ταξιδεύτρια φροντίζει σκόπιμα να κινείται εκτός τουριστικού φολκλόρ. Το βλέμμα είναι ο τόπος ή, καλύτερα, τόπος δεν είναι το μνημείο, αλλά το σώμα και η ύπαρξη που τον κατοικούν. Ασία και Λατινική Αμερική. Επιλέγοντας να χάνεται στα βάθη ενός «τριτοκοσμικού» κόσμου, αντί να γράφει τα χιλιόμετρά της σε ευρωπαϊκά μουσεία, μητροπολιτικά καφέ και ατελείωτες shopping λεωφόρους, η Έλενα Αγγελίδου διακτινίζεται σε χωριά, καταυλισμούς, άγρια νησιά, χωματένιους δρόμους, παντού δηλαδή όπου τα στοιχεία περιγραφής που έχουμε ή φανταζόμαστε δεν διαθέτουν ίχνος δυτικοευρωπαϊκού τρόπου στιλιζαρισμένης αφήγησης και καταγραφής. Ρομαντισμός, καλοσύνη, αυλακωμένοι από τις κακουχίες ή τη στέρηση ζωή, πλην όμως τίμιοι, πεντακάθαροι, υπομονετικοί, φιλόξενοι και αληθινοί, οι ήρωες του “Face 2 Race” χαρίζουν το βλέμμα τους και άρα το είναι τους στην ταξιδεύτρια, που φροντίζει να τους το ανταποδώσει. Τους καταγράφει με τη σειρά της και εν είδει ανταπόδοσης τους κουβαλά πάντα ως μνήμη και ως ατέρμονη φιλία. Ο τρόπος με τον οποίο τους «εκθέτει» στο “De facto” είναι εξίσου ουμανιστικός και λιτός. Μια ταξιδεύτρια του κόσμου σε ένα μπαρ που μετατρέπεται σε διαφυλετικό pavilion, μια ματιά στις ζωές των άλλων εντός της έδρας τους. Παρατηρήστε τους, γνωρίστε τους και ακολουθήστε το παράδειγμά της: Χάνεται, γιατί ρεμβάζει. Χάνεται, γιατί ξέρει να παρατηρεί, να σέβεται και διακριτικά να καταγράφει επιζητώντας να τους/μας γνωρίσει. Όπου και αν βρίσκονται/μαστε, όπου και αν ανταμώνουμε/ανταμώσαμε.
Στέφανος Τσιτσόπουλος